Και ξαφνικά, με την ημερολογιακή αλλαγή του χρόνου γέμισαν οι πλατείες των πόλεων από κόσμο που άρχισε να χορεύει και να τραγουδά, ενώ ταυτόχρονα, φαντασμαγορικά βεγγαλικά, αριστοτεχνικά πυροτεχνήματα πλημμύριζαν και γέμισαν λάμψη τον ουρανό των μεγάλων πόλεων, θαρρείς και παράβγαιναν ποιος θα δημιουργήσει την καλύτερη εντύπωση στον κόσμο, αφού αμέσως από τις οθόνες των τηλεοράσεων και του διαδικτύου ήταν ορατά σε όλη την υφήλιο.
Στην πατρίδα μας κόπηκαν, ίσως ακόμη να κόβονται, πίτες, για να δουν ποιος θα είναι ο «τυχερός» της νέας χρονιάς! Άλλοι ξενύχτησαν σε χορούς και γλέντια υποδεχόμενοι τον νέο χρόνο. Για αρκετές ημέρες οι άνθρωποι αντάλλαζαν ευχές για τον ερχομό του καινούργιου χρόνου…
Μέσα σε λίγες στιγμές τα πυροτεχνήματα έσβησαν και ο ουρανός ξαναπήρε το γνώριμό μας χρώμα της νύχτας. Μετά από λίγες μέρες και τα λαμπιόνια, που στόλιζαν τους δρόμους, τις πλατείες, τα σπίτια, έσβησαν, οι ευχές αραίωσαν, μέχρι που «έσβησαν» και αυτές. Όλα αποθηκεύτηκαν για την υποδοχή του επόμενου νέου χρόνου και οι άνθρωποι γύρισαν στην καθημερινότητά τους, όποια κι αν είναι αυτή…..
Και ο χρόνος ασταμάτητος, φτεροπόδαρος συνέχισε να τρέχει, να τρέχει και ξοπίσω του ο άνθρωπος να τον κυνηγά, να τον κυνηγά, χωρίς να μπορεί να τον προφτάσει, να τον σταματήσει, έστω για λίγο, για μια στιγμή. Τον θέλει, τον θέλει τόσο πολύ, τον χρειάζεται, τον χρειάζεται πάρα πολύ! Αν μπορούσε κιόλας να τον κατακτήσει, να τον κάνει δικό του…..
Μα εκείνος δεν καταλαβαίνει τίποτα και συνεχίζει ακάθεκτος και αμείλικτος το βιαστικό του ταξίδι….
Πώς όμως ο άνθρωπος παρανόησε τόσο πολύ το νόημά του, τη σχέση του μαζί του, τη διάρκεια της λιγοστής δικής του ζωής και το ατελεύτητο και αέναο της ζωής του χρόνου; Ίσως πίστεψε ότι θα ζουν μαζί αιώνια! Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τα τόσα σχέδια , τους τόσους στόχους, τα μακρόπνοα προγράμματα, το ατέλειωτο κυνήγι απόκτησης υλικών αγαθών, την ηδονοθηρία, τα τόσα όνειρα για το μέλλον, ανέφικτα και ανεδαφικά πολλές φορές, γι’ αυτό και πολλά από αυτά ανεκπλήρωτα στην τόσο μικρής διάρκειας γήινη ζωή του; Πώς επικέντρωσε όλο το ενδιαφέρον του στο χρόνο αυτής της λιγοστής, τόσο σύντομης, φευγαλέας, θνησιγενούς, πρόσκαιρης ζωής, και πίστεψε ότι θα γίνει κυρίαρχός της και θα την υποτάξει λειτουργώντας ως αθάνατος; Και πώς δεν βλέπει και δεν παραδειγματίζεται από τα τόσα παραδείγματα των ανθρώπων που έρχονται και φεύγουν διαδοχικά και ασταμάτητα;
Ενώ νομίζει ότι βρίσκεται στο «ούπω καιρός»(1), χωρίς να το καταλάβει, έρχεται αντιμέτωπος με το «ουκέτι καιρός»(2)!
Ναι, θελήσαμε να δαμάσουμε τον αδάμαστο και πανδαμάτορα χρόνο κατά τη βούληση και τις επιθυμίες μας, με τις φθαρτές, εφήμερες, πρόσκαιρες δυνάμεις μας πιστεύοντας ότι θα δώσουμε υπόσταση, θα ζωντανέψουμε μέσα μας τον αθάνατο υπερήρωα της φαντασίας μας, των παραμυθιών και των φρούδων ονείρων μας! Γι’ αυτό τον ξοδεύουμε απερίσκεπτα, τον σπαταλάμε με την εντύπωση ότι έχουμε καιρό, ότι ο καιρός μας περιμένει….
Έτσι διώχνουμε από το μυαλό μας και καταχωνιάζουμε στο βάθος του είναι μας την έννοια του «άνω θρώσκω»(3), που κρύβει η λέξη «άνθρωπος», λησμονούμε το «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» και ότι το πέρασμα από αυτή τη ζωή είναι η προετοιμασία για τη μεγάλη, την αιώνια, την ατελεύτητη ουράνια συνάντηση και «συμβίωση» με τον ζωοδότη Θεό, το πολυτιμότερο δώρο που έχει δοθεί ποτέ στο ανθρώπινο γένος! Δεν έχουμε καιρό να το σκεφτούμε!
Τελικά σκοτώνουμε το χρόνο μας, αλλά, «δεν μπορείς να σκοτώσεις το χρόνο χωρίς να πληγώσεις την αιωνιότητα»(4)!
Υπερεκτιμήσαμε την ανωτερότητα του ανθρώπου μεταξύ των δημιουργημάτων του Θεού και την παραφράσαμε σε κτητική υπερεξουσία πάνω στα υπόλοιπα προσπαθώντας να τα κατακτήσουμε, να τα κάνουμε δικά μας, καταδικά μας με τόση απληστία, μέχρι που τα καταστρέψαμε χωρίς σεβασμό στα δώρα που ο Θεός έθεσε στη διάθεσή μας…
Στο κυνήγι αυτό ο χρόνος δεν μας στέκεται σύμμαχος, φεύγει σαν το νερό μέσα από τα ανοιχτά δάχτυλά μας, αλλά εμείς επιμένουμε στο ανώφελο, καταστροφικό αυτό ξεστράτισμα του νου…
Και όμως ο ίδιος ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να μας δείξει με τη δική Του επίγεια ζωή πώς οφείλουμε να ζούμε εμείς και να χειριστούμε επ’ αγαθώ τη δική μας επίγεια ζωή «εξαγοραζόμενοι τον καιρόν»…..
Καλή και ευλογημένη χρονιά!
Αικατερίνη Ορφανίδου
——————
(1) = δεν είναι ακόμη καιρός.
(2) = δεν είναι πλέον καιρός.
(3) = εκτινάσσομαι προς τα επάνω (μτφ.)
(4) H. D. Thoreau (1817-1862)