(Θεοδώρας Δούση-Τσακάλου, Θεολόγου, μέλους του Σ.Ο.Γ.Ε.)
Ο Σύνδεσμός μας (Σύνδεσμος Ορθοδόξων Γυναικών Ευρώπης) στην προσπάθειά του να επιτύχει τους σκοπούς του ανάμεσα στα μέλη του, αλλά και γενικότερα ανάμεσα στις ορθόδοξες γυναίκες της Ελλάδος και της Ευρώπης, στρέφεται στις ρίζες του, στις πηγές του. Κι αυτές οι πηγές δεν είναι άλλες παρά ο λόγος του Θεού όπως εκφράζεται στην Καινή Διαθήκη. Εκεί βρίσκει σαφή τα ίχνη ή καλλίτερα σημαντικές γυναικείες μορφές που ακολούθησαν τον Κύριο Ιησού Χριστό στα τρία χρόνια του λυτρωτικού του έργου στη γη, από τις πρώτες διδασκαλίες Του, μέχρι τον Σταυρό, την Ταφή και την ένδοξη Ανάστασή Του.
Στις πρώτες αυτές μαθήτριες του Ιησού Χριστού δεν συναντάμε πατριώτισσές μας, δηλαδή γυναίκες της Ελλάδας ή γυναίκες της Ευρώπης. Ωστόσο κι αυτές δεν έλειψαν απ’ τη ζωή της Εκκλησίας, που συνέχισε το λυτρωτικό έργο του Χριστού.
Πολλές γυναίκες της Ελλάδας, ανάμεσα στις άλλες, αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη, κυρίως στις πράξεις των Αποστόλων και σε Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, και μάλιστα κάποιες από αυτές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο αποστολικό του έργο.
Σ’ αυτές θα αναφερθούμε εκτενώς ή για λίγο στη συνέχεια, ανάλογα με τις πληροφορίες που μας δίνει η Καινή Διαθήκη. Αλλά ας δούμε πρώτα πώς ο Απόστολος Παύλος βρέθηκε στην Ελλάδα.
Κατά την δεύτερη αποστολική του περιοδεία, ο Απόστολος Παύλος αφού επισκέφθηκε Εκκλησίες που είχε ιδρύσει στην πρώτη του επίσκεψη, στη Μικρά Ασία, σκόπευε να συνεχίσει το αποστολικό του έργο προς την Μυσία και την Βιθυνία. Εμποδίστηκε όμως απ’ το Άγιο Πνεύμα και αλλάζοντας πορεία βρέθηκε στην Τρωάδα.
Εκεί είδε το γνωστό όραμα: Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν μπροστά του και τον παρακαλούσε με τα λόγια: «Διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πραξ.16,9). Ήταν η κραυγή της Ελλάδας που ζητούσε απ’ την Ανατολή να λάβει το φως του Χριστού, αυτή τώρα, που πριν τρεις περίπου αιώνες είχε μεταδώσει στην Ανατολή τα φώτα του Ελληνικού πολιτισμού με τον μέγα Αλέξανδρο και τους διαδόχους του.
Ο Απόστολος Παύλος και η συνοδεία του υπακούοντας στο Πνεύμα του Θεού, ταξιδεύουν αμέσως με πλοίο από Τρωάδα προς Μακεδονία. Πρώτος σταθμός η Σαμοθράκη, δεύτερος η Νεάπολη και τέλος οι Φίλιπποι, η σπουδαιότερη τότε πόλη της Μακεδονίας.
Εκεί κοντά στο ποτάμι Γαγγίτη συναντά κάποιες γυναίκες Ιουδαίων που προσεύχονταν. Μαζί τους ήταν η Λυδία, μια ειδωλολάτρισσα προσήλυτη, που πίστευε στον αληθινό Θεό.
Έτσι το πρώτο χριστιανικό κήρυγμα σε ευρωπαϊκό έδαφος ακούστηκε σε γυναίκες των Φιλίππων. Δεν έχουμε πληροφορίες για το ποιες και πόσες απ’ αυτές πίστεψαν. Το σίγουρο είναι πως μεταξύ αυτών ήταν η Λυδία (Πραξ.16,14) η οποία πίστεψε στο Χριστό πρώτη.
Η Λυδία, ενώ η καταγωγή της ήταν από τα Θυάτειρα της Μ. Ασίας (πόλη της Λυδίας, μιας περιοχής μεταξύ Μυσίας, Καρίας, Φρυγίας και Αιγαίου πελάγους), ζούσε στους Φιλίππους και ήταν επιτυχημένη έμπορος. Εμπορευόταν μαλλί και υφάσματα, που ήταν βαμμένα με το πανάκριβο κόκκινο χρώμα των κοχυλιών, την πορφύρα. Γι’ αυτό, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο συγγραφεύς των Πράξεων, την ονομάζει: «Λυδία, ἡ πορφυρόπωλις» (Πραξ.16, 14). Να σημειώσουμε ότι το εμπόριο της πορφύρας απαιτούσε σημαντικά κεφάλαια.
Πλούσια, λοιπόν, και ικανή γυναίκα η Λυδία. Θα ‘πρεπε να τα υπολογίζει όλα με περίσκεψη (HOLZER: «Παύλος»).
Εδώ όμως τα πράγματα δεν λειτούργησαν έτσι, γιατί όπως πάντοτε, η λογική και η τεχνική υποχωρούν μπροστά στη δύναμη της χάρης του Θεού. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς γράφει: «Αυτής ο Κύριος της άνοιξε την καρδιά, για να προσέχει σ’ αυτά, που έλεγε ο Παύλος» (Πραξ.16,14). Αυτό το αποδεικνύει και η ίδια με μια σειρά ενεργειών της:
· Τα ενδιαφέροντά της αποκτούν πνευματικό προσανατολισμό.
· Διακρίνει την αλήθεια που πηγάζει κατευθείαν από το Θεό.
· Αποδέχεται το κάλεσμα, που της απευθύνει ο Θεός και βαπτίζεται αμέσως και οδηγεί στο βάπτισμα όλο το προσωπικό του σπιτιού της.
· Όταν βαπτίστηκε κάλεσε τους αποστόλους να μείνουν στο σπίτι της -κάτι αρκετά τολμηρό για την εποχή της. Το είπε όμως με σύνεση: «αν με κρίνετε πιστή στον Κύριο» (Πραξ.16,15) είπε. Εκφράζει έτσι την επιθυμία της να φιλοξενήσει την πρώτη Εκκλησία στον τόπο της και να κάνει το σπίτι της τόπο ιερών συνάξεων.
Ταυτόχρονα όμως εκφράζει και την ευγνωμοσύνη της στους εργάτες του αποστολικού έργου. Και ο Ευαγγελιστής Λουκάς συμπληρώνει: «μας το ζήτησε με πολλή επιμονή» (Πραξ. 16,15)
Έτσι ο Παύλος και η συνοδεία του μένουν στο σπίτι της, και θεμελιώνουν και στηρίζουν την τοπική Εκκλησία των Φιλίππων, που τόσο αγαπητή ήταν στη συνέχεια στον Απόστολο Παύλο.
Αυτή είναι η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία στον ευρωπαϊκό χώρο και μάλιστα Ελληνικό, η δε πρωτεργάτις Λυδία είναι η πρώτη Ευρωπαία Χριστιανή, την οποία η Εκκλησία μας τιμά στις 20 Μαΐου.
Στην προς Φιλιππησίους επιστολή αναφέρονται και τα ονόματα της Ευοδίας και της Συντύχης. Γι’ αυτές ο Απόστολος Παύλος γράφει πως άλλοτε συνήθλησαν μαζί του ως συνεργάτιδες. Τώρα όμως φαίνεται πως κάποιες προστριβές υπήρξαν μεταξύ τους και γι αυτό ο Παύλος παρακαλεί να τους συμπαρασταθούν, για να ομονοήσουν στο όνομα του Κυρίου, στον οποίο την ίδια πίστη έχουν. (Φιλιπ. 4, 2-3)
Ο επόμενος σταθμός του Αποστόλου Παύλου και της συνοδείας του μετά τους Φιλίππους ήταν η Θεσσαλονίκη. Εκεί επί τρία Σάββατα εδίδασκε στη Συναγωγή για το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού. Μεταξύ άλλων που πίστεψαν, ήταν και πλήθος Ελλήνων που σέβονταν τον αληθινό Θεό. Μέσα σ’ αυτούς υπήρξαν και Ελληνίδες, «οἱ πρῶτες», όπως γράφει ο Λουκάς, δηλαδή επίσημες, που είχαν επιρροή στην κοινωνία και πίστεψαν «οὑκ ὀλίγαι» (Πραξ. 17,4)
Φυγαδευμένος από τους Χριστιανούς ο Παύλος, λόγω των ταραχών που προκάλεσαν οι Ιουδαίοι στη Θεσσαλονίκη, φθάνει στη Βέροια. Οι Ιουδαίοι στη Βέροια ήταν καλοπροαίρετοι και δέχτηκαν το κήρυγμα με πολλή προθυμία. Πολλοί και εδώ, επίστευσαν, και από τις Ελληνίδες της ανώτερης τάξης αρκετές (Πραξ. 17, 12). Οι γυναίκες, λοιπόν, οι Ελληνίδες, οι Ευρωπαίες κατά το θέμα μας, ήταν πάντοτε πρώτες μεταξύ των ακροατών του ΑποστόλουΠαύλου, αλλά και πρώτες μεταξύ των πιστών.
Στη συνέχεια ο Απόστολος Παύλος φθάνει στην Αθήνα, την ιστορική πόλη των φιλοσόφων και των ειδώλων. (Πραξ. 17, 16-34) Οι συζητήσεις του με τους Ιουδαίους προσηλύτους στη Συναγωγή, αλλά και στην αγορά με όσους συναντούσε, με θέμα πάντοτε τον Ιησού και την Ανάσταση, παρακίνησαν τους φιλοπερίεργους Αθηναίους και κάποιους Επικούρειους και Στωϊκούς φιλοσόφους. Τον ανέβασαν γι’ αυτό στον Άρειο Πάγο, ζητώντας του, να ακούσουν απ’ το επίσημο αυτό «βήμα» την καινούρια διδασκαλία. (Πραξ. 17, 16-21) Εκεί ο Παύλος τους μίλησε για τον «άγνωστο Θεό» που λάτρευαν με ιδιαίτερο βωμό χωρίς να τον γνωρίζουν. (Πραξ. 17, 22-23)
Οι Αθηναίοι φαίνεται ότι αποδέχονταν την διδασκαλία του Παύλου σε ό,τι συμφωνούσε με τη θρησκευτική τους ιστορία και με τη «Λογική». Αντέδρασαν όμως όταν έγινε λόγος για μέλλουσα κρίση, για Κριτή και ανάσταση νεκρών, σε αλήθειες δηλαδή πρωτάκουστες γι’ αυτούς και που υπερβαίνουν τη λογική τους. (Πραξ. 17, 30-31) Τον κορόιδεψαν τότε και περιπαικτικά του ζήτησαν να τα ξαναπεί. (Πραξ. 17,32)
Αποτέλεσμα: Ο Απόστολος Παύλος έφυγε από ανάμεσά τους, όχι όμως μόνος. Μερικοί τον ακολούθησαν και έγιναν Χριστιανοί. Ανάμεσά τους: ο Διονύσιος ο αρεοπαγίτης (διακεκριμένο μέλος του Αρείου Πάγου) και μια γυναίκα, η Δάμαρις (Πραξ. 17, 33-34). Στην Αθήνα, λοιπόν, την πόλη των σοφών, μια γυναίκα ανάμεσα στους λίγους πρώτους Χριστιανούς.
Δυστυχώς δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες από την Καινή Διαθήκη ή άλλες πηγές για τη Δάμαρι και για την πιθανή μεταγενέστερη Χριστιανική δραστηριότητά της. Το ότι όμως αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη με το όνομά της, σε αντίθεση με την αναφορά «καί ἕτεροι σύν αὐτοῖς» (Πραξ. 17,34) δείχνει πως ήταν σημαντική προσωπικότητα μεταξύ των Αθηναίων.
Και τώρα η Πρίσκιλλα (Πραξ.18,2 και 21) μια άλλη γυναικεία μορφή, εργατοτεχνίτρα αυτή, που στο πλάι του ανδρός της Ακύλα, γίνεται φίλη και συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου και τελικά ιεραπόστολος.
Ο Ακύλας ήταν Ιουδαίος από τον Πόντο, η Πρίσκιλλα όμως, όπως φαίνεται και από το όνομά της, ήταν Ρωμαία -αλλού ο Παύλος την ονομάζει Πρίσκα. Υπάρχει μάλιστα μία γνώμη που βασίζεται σε επιγραφές, ότι ανήκε σε διακεκριμένη οικογένεια της Ρωμαϊκής κοινωνίας (HOLZER: «Παύλος»).
Και οι δύο είχαν έρθει πρόσφατα στην Κόρινθο από τη Ρώμη, πιθανότατα με τον διωγμό των Ιουδαίων, ύστερα από το διάταγμα του αυτοκράτορος Κλαυδίου. Ήταν ένα ζευγάρι σκηνοποιών που γρήγορα πήραν θέση στην ταπηταγορά της Κορίνθου.
Εκεί τους γνώρισε ο Παύλος ερχόμενος από την Αθήνα και λόγω της τέχνης του σκηνοποιού, που ασκούσε, εργαζόταν μαζί τους. Έτσι άρχισε μια από τις πιο καρποφόρες φιλίες που είχε η ζωή του Παύλου, αλλά και της νέας Εκκλησίας.
Καρποί αυτής της ευλογημένης φιλίας ήταν:
- Ο Απόστολος να έχει πολύτιμους συνεργάτες στο έργο του και ιδιαίτερα την Πρίσκιλλα.
- Ανοίγουν οι ορίζοντές του προς τη Ρώμη και γενικότερα προς τη Δύση, που αργότερα ξέρουμε τι ρόλο έπαιξε στη ζωή του και στη ζωή της Εκκλησίας.
- Ο χώρος του επαγγέλματός του και η βιοποριστική εργασία γίνεται αφορμή ιεραποστολικής δραστηριότητας.
o Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι εδώ η παρουσία της Πρίσκιλλας, η οποία βοηθάει σε πνευματικά ανοίγματα.
- Το σπίτι της γίνεται τόπος συνάξεων των Χριστιανών, χώρος λατρείας του Θεού, δηλαδή «κατ’ οἶκον Ἐκκλησία».
o Φαίνεται πως το σπιτικό το κυβερνούσε η Πρίσκιλλα. Σε τέσσερις από τις έξι περιπτώσεις, γράφει ο ερευνητής HOLZNER στο βιβλίο του «ΠΑΥΛΟΣ», ο ευαγγελιστής Λουκάς το όνομά της το αναφέρει πριν από το όνομα του Ακύλα.
Φεύγοντας ο Παύλος από την Κόρινθο, πήρε μαζί του την Πρίσκιλλα και τον άνδρα της στην Έφεσο, όπου ανέπτυξαν σπουδαία αποστολική δράση. Ακόμα κι όταν ο Παύλος έφυγε για Καισάρεια και Αντιόχεια, η Πρίσκιλλα και ο Ακύλας συνέχισαν το κηρυκτικό έργο μόνοι τους.
Εκεί γνώρισαν τον Αλεξανδρινό λόγιο Απολλώ, σπουδαίο γνώστη των γραφών και φλογερό ομιλητή. Ως τότε ανήκε στην κίνηση του Ιωάννου του Βαπτιστού, τώρα όμως που γνώρισε την Πρίσκιλλα έγινε οικογενειακός τους φίλος και προ πάντων κατηχούμενος δικός τους.
Οι Πράξεις των Αποστόλων λένε ότι, έχοντας κοντά τους τον Απολλώ, του ερμήνευαν «ακριβέστερα» την διδασκαλία του Χριστού, την «ὁδόν τοῦ Κυρίου» (Πραξ. 18,26). Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανόν, η Πρίσκιλλα, εκτός του ότι ήταν δραστήρια, να ήταν και μορφωμένη.
Η Πρίσκιλλα, λοιπόν, χωρίς αμφιβολία έγινε μία από τις ηγετικές γυναικείες μορφές του Χριστιανισμού στα χρόνια του Αποστόλου Παύλου και για πολύ αργότερα.
Καμιά γυναίκα, απ’ όσες συνεργάστηκαν με τον Απόστολο Παύλο δεν πήρε τόσο μεγάλο έπαινο, όσο αυτή. Γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή, γιατί στο μεταξύ το ζεύγος Πρίσκιλλα και Ακύλας είχαν επιστρέψει στη Ρώμη για τις ανάγκες του αποστολικού έργου και των πολυάριθμων πιστών της Εκκλησίας. Γράφει, λοιπόν, στους Ρωμαίους: (Ρωμ. 16, 3) Χαιρετισμούς στην Πρίσκιλλα και τον Ακύλα, τους συνεργάτες μου στο έργο του Ιησού Χριστού. Διακινδύνευσαν τη ζωή τους για χάρη μου και τους ευχαριστώ, όχι μόνο εγώ αλλά και όλες οι Εκκλησίες του άλλοτε Εθνικού κόσμου. Χαιρετήστε και το τμήμα της Εκκλησίας της Ρώμης που συναθροίζεται στο σπίτι τους.
Ο Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας σημειώνει: «Τῇ 13η τοῦ μηνός Φεβρουαρίου Μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Μαρτύρων Ἀκύλα καί Πρισκίλλης».
Την ημέρα αυτή την προβάλλει η Ορθόδοξη Εκκλησία ως ημέρα της ευλογημένης συζυγίας κατ’ αντίθεση με την χρονικά πολύ κοντινή, δυτική όμως και παντελώς αμφίβολη εορτή του αγίου Βαλεντίνου.
Πριν κλείσουμε την προς Ρωμαίους Επιστολή πρέπει να αναφερθούμε σε μια σειρά γυναικών προς τις οποίες ο Απόστολος Παύλος στέλνει χαιρετισμούς με το 16ο κεφάλαιο της επιστολής του.
Φαίνεται ότι οι γυναίκες αυτές ανεξάρτητα από τον τόπο καταγωγής τους και τον τόπο της γνωριμίας ή της συνεργασίας με τον Απόστολο Παύλο, τώρα κατά τον χρόνο που αποστέλλεται η επιστολή, ζουν στη Ρώμη. Μάλιστα ο Παύλος στολίζει τα ονόματά τους με τα εύσημα των κόπων, δηλαδή της προσφοράς προς τους αποστόλους η γενικότερα προς στην Εκκλησία
α) Χαιρετίστε, γράφει, την Μαριάμ, η οποία υπεβλήθη σε πολλούς κόπους για εμάς (Ρωμ. 16,6)
Φαίνεται ότι πρόκειται μάλλον για Χριστιανή, που γνώρισε ο Απόστολος Παύλος στην Ανατολή (Παν. Τρεμπέλα: Υπόμνημα προς Ρωμαίους Επιστολή. Εκδ.«ΖΩΗ», Αθήναι 1956).
β) Χαιρετίστε τον Ανδρόνικον και Ιουνίαν, τους συμπατριώτες μου, που καταδιώχθηκαν μαζί μου και είναι διακεκριμένοι μεταξύ εκείνων, που ασκούν την αποστολή του κηρύγματος. (Ρωμ. 16,7).
Αναφέρεται εδώ στην Ιουνία και τον σύζυγο ή αδελφό της Ανδρόνικο. Σημειώνει μάλιστα ότι προσήλθαν στο Χριστό, πριν από τον ίδιο. (Ίσως πρόκειται για εκδιωχθέντες μετά τον λιθοβολισμό του Στεφάνου -Παν. Τρεμπέλα: Υπόμνημα προς Ρωμαίους Επιστολή. Εκδ.«ΖΩΗ», Αθήναι 1956).Πάντως η Εκκλησία έχει αφιερώσει στη μνήμη των Αγίων Αποστόλων Ανδρονίκου και Ιουνίας την 17η Μαΐου, το δε Συναξάρι της ημέρας θυμίζει την αναφορά στα ονόματά τους της προς Ρωμαίους επιστολής.
γ) Χαιρετίστε – συνεχίζει ο Παύλος – την Τρύφαιναν και την Τρυφώσαν, οι οποίες κοπιάζουν -κοπιάζουν ακόμα – στην υπηρεσία του Κυρίου. (Ρωμ. 16,12)
Πρόκειται πιθανόν για δύο αδελφές -διότι συνήθισαν να δίνουν παρόμοια ονόματα στα μέλη της ίδιας οικογένειας- των οποίων ακόμη προβάλλονται οι κόποι και οι θυσίες για να τονιστεί η αντίθεση με το όνομά τους, που σημαίνει τρυφηλή ζωή.
δ) Χαιρετίστε την αγαπητή Περσίδα, η οποία πολύ κοπίασε για χάρη του Κυρίου (Ρωμ. 16,12)
Πρόκειται πιθανόν για κάποια απελεύθερη από την Περσία, γιατί συνήθιζαν να ονομάζουν τους ξένους με το όνομα της πατρίδας τους.
ε) Τέλος γίνεται λόγος με χαιρετισμούς που απευθύνονται σε κάποια Ιουλία (Ρωμ. 16,15) σύζυγο ή αδελφή κάποιου ονόματι Φιλολόγου, που λέγεται ότι κατεστάθη πρώτος Επίσκοπος Σινώπης από τον Ανδρέα (Παν. Τρεμπέλα: Υπόμνημα προς Ρωμαίους Επιστολή. Εκδ.«ΖΩΗ», Αθήναι 1956).
Σ’ ένα τελείως διαφορετικό τομέα του Εκκλησιαστικού έργου διακονεί μια άλλη έμπιστη συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου, η Φοίβη, «ἡ διάκονος τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχριαῖς» (Ρωμ. 16, 1-2). Οι Κεχριές ήταν επίνειον της Κορίνθου, αξιόλογο εμπορικό λιμάνι με ναύσταθμο και όπως φαίνεται από τα λεγόμενα του Παύλου, είχε συγκροτηθεί εκεί και ξεχωριστή τοπική Εκκλησία.
Την Φοίβη την συστήνει ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος στους Ρωμαίους με την επιστολή του, και διά μέσου αυτής σε όλους εμάς, αφού είναι οι μοναδικές πληροφορίες της Καινής Διαθήκης γι’ αυτήν.
Γράφει λοιπόν: Σας συστήνω την αδελφή μας Φοίβη, που είναι διάκονος της Εκκλησίας στις Κεχριές, σας παρακαλώ να την δεχθείτε στο όνομα του Κυρίου, όπως αρμόζει σε Χριστιανούς και να της παρασταθείτε σε ό,τι σας έχει ανάγκη, γιατί κι αυτή έχει βοηθήσει πολλούς, κι εμένα τον ίδιο. (Ρωμ. 16, 1-2).
Είναι το πρώτο εδάφιο που γίνεται λόγος για γυναίκα «διάκονο» και είναι η πρώτη μαρτυρία για την τάξη πιθανόν των «Διακονισσών» στην πρώτη Εκκλησία (Ευαγ. Θεοδώρου: Ηρωίδες της Χριστιανικής αγάπης, σελ. 27, Αθήναι 1949). Η γυναίκα, λοιπόν, διάκονος στο διδακτικό, στον κοινωνικό αλλά και στον λατρευτικό χώρο της Εκκλησίας. Έχει, λέει ο Παύλος, βοηθήσει πολλούς κι εμένα τον ίδιο.
Εξάλλου, κατά μία επικρατούσα αντίληψη, η Φοίβη είναι ο κομιστής στη Ρώμη της επιστολής προς Ρωμαίους. Ήταν επομένως πρόσωπο μεγάλης εμπιστοσύνης. Έκτοτε η Φοίβη μπορεί να είναι πρότυπο γυναικείας δραστηριότητας σ’ ένα χώρο ανοιχτό σε πολλά επίπεδα, όπως είναι η Ιεραποστολή, και στην πλατειά και στη στενή της έννοια.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη της στις 3 Σεπτεμβρίου.
Και τέλος η Χλόη.
Το όνομά της αναφέρεται μόνο στο Α’ Κορ. 1,11, όπου ο Απόστολος Παύλος γράφει ότι έλαβε βάσιμες πληροφορίες από τους οικείους (συγγενείς ή και δούλους) της Χλόης για φιλονικίες μεταξύ των Χριστιανών της Κορίνθου. Δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτήν.
Το ότι όμως αναφέρεται με το όνομά της η ίδια και όχι οι οικείοι της, σημαίνει ότι πρόκειται για κάποια επίσημη ίσως κυρία, γνωστή στην Κόρινθο. Πάντως το όνομά της συνδέεται με τη συγγραφή της Α’ προς Κορινθίους Επιστολής, αφού οι πληροφορίες που έλαβε ο Απόστολος Παύλος από τους «οικείους» της Χλόης για έριδες και σχίσματα στους Χριστιανούς της Κορίνθου, είναι μία από τις αφορμές της.
Φαίνεται ότι το οικειακό περιβάλλον της Χλόης θα ανήκε στους πιστούς εκείνους που βοηθούσαν τους αποστόλους να διασωθούν από επικίνδυνες καταστάσεις, (π.χ. Πραξ. 20,3 και Πραξ. 23,16) ή να προλαβαίνουν δυσάρεστες καταστάσεις ανάμεσα στους Χριστιανούς (όπως Α’ Κορ. 1,11 και εξής) με το δίκτυο πληροφοριών που είχαν αναπτύξει (Ηλ. Βουλγαράκη: Ιεραποστολή. Δρόμοι και Δομές, σελ. 49-50, εκδ. Αρμός, Αθήναι 1989).
Τελειώνοντας την καταγραφή στοιχείων για τις Ευρωπαίες γυναίκες που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη, έχουμε μπροστά μας ένα ευάριθμο σύνολο γυναικείων μορφών, μεγάλων και μικρών, ακόμα και ασήμαντων προσώπων της καθημερινής μας ζωής.
Όλες όμως αναγεννημένες εν Χριστώ και διακονώντας με απλότητα καρδιάς το αποστολικό έργο έγιναν μεγάλες, επώνυμες, άγιες. Διέψευσαν έτσι και διέλυσαν αντιλήψεις της εποχής τους: ότι η γυναίκα είναι αδύναμη για ανάληψη σημαντικού κοινωνικού έργου, ή ότι αποτελεί πρόσωπο δεύτερης κατηγορίας σε σχέση με τον άνδρα, κλπ. Προβάλλουν έκτοτε μπροστά μας, με τις μνήμες που μας άφησαν, ζωντανά και δραστήρια πρότυπα για τα μέλη της Στρατευόμενης Εκκλησίας μας, είτε μέσα στο Σύνδεσμό μας (Σ.Ο.Γ.Ε) είτε στην πατρίδα μας, είτε στην καταρρέουσα πνευματικά σήμερα Ευρώπη.
Ας επικαλούμαστε τις προσευχές τους, που αναπέμπουν μεσ’ απ’ τους θόλους της θριαμβεύουσας Εκκλησίας συνεχίζοντας δυναμικά τη συμβολή τους στο αποστολικό έργο της Εκκλησίας, που τελικά είναι η Σωτηρία μας.
ΠΗΓΕΣ
1. Καινή Διαθήκη
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
1. Παν. Τρεμπέλα
Υπόμνημα:
a) Εις τας πράξεις των Αποστόλων, εκδ. «ΖΩΗ», Αθήναι 1955
b) Εις τας επιστολάς του Αποστόλου Παύλου, τόμος 1ος τόμος, εκδ.«ΖΩΗ», Αθήναι 1956
2. HOLZNER: «Παύλος», εκδ. «Η Δαμασκός», Αθήναι 1948
3. Ευαγγ. Θεοδώρου: «Ηρωίδες της Χριστιανικής Αγάπης», Βιβλιοθήκη Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1949
4. Ηλία Βουλγαράκη: «Ιεραποστολή», Δρόμοι και Δομές, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1989
5. Θεοδώρας Δούση: «Η Γυναικεία Διακονία στο Ιεραποστολικό Έργο του Αποστόλου Παύλου» (εισήγηση στο Ιεραποστολικό Συνέδριο του ΠΧΟΟΙ, Αύγουστος 2007- ανηρτημένη στο Διαδίκτυο)